Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟ 2022 ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΣ.

 

Ο Πληθωρισμός το 2022 στην Ελλάδα και Διεθνώς.

Στα επίπεδα του 1994, στην περίοδο πριν από την Είσοδό μας στην Ευρωζώνη, εκτινάχθηκε ο Πληθωρισμός τον Απρίλιο, φτάνοντας το 10,2% και ξυπνώντας εφιαλτικές μνήμες, όταν ο Τιμάριθμος καταβρόχθιζε το διαθέσιμο Εισόδημα και τις Αποταμιεύσεις των Ελλήνων.

Έχουμε υψηλό Πληθωρισμό, αλλά απουσιάζουν όλοι εκείνοι οι μηχανισμοί που εξασφάλιζαν ότι το Κοινωνικό Κόστος από τον πληθωρισμό κάπως επιμεριζόταν. Εδώ και πολλά χρόνια δεν υπάρχει Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (Α.Τ.Α.) ούτε εκείνες οι τακτικές αυξήσεις μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης και των Κλαδικών Συμβάσεων, που απορροφούσαν ένα μέρος από το κοινωνικό πλήγμα που αποτελούσε η αύξηση του Κόστους Ζωής.

Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, παρά την αύξηση του Κατώτατου Μισθού, που όμως δεν μεταφράζεται σε κάποια αυτόματη αύξηση του Μισθού σε όσους δεν αμείβονται με τον Κατώτατο Μισθό, τα Νοικοκυριά υφίστανται την αύξηση του πληθωρισμού ως ακρίβεια, ως καθαρή αύξηση του κόστους ζωής κι ως καθαρή μείωση της Αγοραστικής Δύναμης των Νοικοκυριών.

Οι Κλασικές Θεωρίες γιά τον Πληθωρισμό κυρίως επικεντρώνουν σε διάφορες αιτίες. Ο Πληθωρισμός πυροδοτείται από μιά υπέρμετρη αύξηση των Μισθών, που μεταφέρεται στις αυξημένες Τιμές των Προϊόντων. Συχνά αποδίδεται σε μιά "υπερθέρμανση" της Αγοράς Εργασίας, όταν μειώνεται το ποσοστό Ανεργίας κάτω από ένα όριο, με την έννοια του ποσοστού Ανεργίας που δεν αυξάνει τον Πληθωρισμό, έννοια που έχει τύχει πολλαπλής αμφισβήτησης.

Αυτή η διάσταση δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που υπάρχουν από το εξωτερικό ούτε από τα στοιχεία που υπάρχουν γιά την Ελληνική Οικονομία. Γιά παράδειγμα: στις Η.Π.Α., όπου επίσης καταγράφεται αύξηση του Πληθωρισμού, το ποσοστό των Μισθών στο συνολικό Εταιρικό Εισόδημα υποχώρησε σημαντικά το 2021, από 76,1% σε 73,7%. Επίσης και στην Ελληνική περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε γι' αύξηση του Κόστους Εργασίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ετήσια Έκθεση του Διοικητή της γιά το 2021, η αύξηση του συνόλου των Αμοιβών Εξαρτημένης Εργασίας στην Ελλάδα γιά το έτος 2021 ήταν στο 1,7%, ενώ η Δαπάνη γι' Αμοιβές στον Επιχειρηματικό Τομέα, κατά τους πρώτους μήνες του μειώθηκε μ' ετήσιο ρυθμό 0,8%. Στην Ελλάδα το 2021 παρατηρήθηκε οριακή ενίσχυση του Δείκτη Κόστους Εργασίας στη Μεταποίηση το 2021 και στο τελευταίο τρίμηνο καταγράφηκε υποχώρηση, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ. Στις Τιμές Παραγωγού καταγράφηκε σημαντική άνοδος στον Δείκτη Τιμών Παραγωγού που τον Φεβρουάριο του 2022 ήταν στο 21,9%. Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος γιά το 2021 παραπέμπουν σε αύξηση των Επιχειρηματικών Κερδών κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2021: το Ακαθάριστο Λειτουργικό Πλεόνασμα των Επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 45,8% το πρώτο εννεάμηνο του 2021, έναντι μείωσης κατά 18,9% την αντίστοιχη περίοδο του 2020. Αυτή η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας κατά 17,8% και στη μείωση του Εισοδήματος Εξαρτημένης Εργασίας κατά 1,0%. Αυτό σημαίνει ότι κατ' ουδένα τρόπο μπορεί να υποστηριχτεί ότι γιά την αύξηση του Πληθωρισμού ευθύνονται οι αυξήσεις των Μισθών.

Υπάρχει κι η αντίληψη ότι γιά τον Πληθωρισμό ευθύνεται η μεγάλη Νομισματική Χαλαρότητα, που διαμόρφωσε πολύ μεγάλη προσφορά χρήματος, η οποία τροφοδότησε υπερβολικά τη Ζήτηση και πυροδότησε την πληθωριστική έκρηξη. Παρότι αυτή την αντίληψη δείχνουν να την ασπάζονται οι Κεντρικές Τράπεζες, εφόσον προετοιμάζουν αυξήσεις Επιτοκίων, είναι δύσκολο να δούμε ως αιτιώδη αφετηρία του Πληθωρισμού την αύξηση της προσφοράς χρήματος. Εάν ίσχυε αυτό θα είχαμε έκρηξη Πληθωρισμού στις προηγούμενες φάσεις των πολιτικών Ποσοτικής Χαλάρωσης, διότι, αν και φτάσαμε ακόμη και σε αρνητικά Επιτόκια Βάσης, δεν είχαμε Πληθωρισμό.

Επιπλέον, στην Ελλάδα τείνουμε ν' αποδίδουμε την αύξηση του Πληθωρισμού (και) στην αύξηση του Κόστους Ενέργειας, παράμετρος που είναι σημαντική, όπως φαίνεται και από την ανάλυση του παραμέτρων που συνεισφέρουν στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που κάνει η ΕΛΣΤΑΤ, με μεγάλες αυξήσεις στη Στέγαση (που περιλαμβάνει και το Ενεργειακό Κόστος) και τις Μεταφορές (που περιλαμβάνουν την αύξηση της τιμής των καυσίμων).

Η Ενεργειακή Κρίση, η εκτίναξη των τιμών των καυσίμων κι η διαταραχή στην εφοδιαστική αλυσίδα, εκτίναξαν τις τιμές παγκοσμίως, με τους Έλληνες Καταναλωτές και τις Ελληνικές Επιχειρήσεις να νιώθουν στο Εισόδημά τους τις συνέπειες. Οι τιμές της βενζίνης, το πετρέλαιο και το Φυσικό Αέριο διαπραγματεύονται σε πολύ υψηλά επίπεδα, καταγράφοντας ιστορικό υψηλών τιμών, 60 ετών, έτσι κι οι Διεθνείς Τιμές των Τροφίμων καταγράφουν ιστορικό υψηλό Κόστος.

Σημαντικό ρόλο διεθνώς παίζουν κι οι διαταραχές στις Εφοδιαστικές Αλυσίδες, συνολικά, που δεν περιορίζονται στα προβλήματα με τα καύσιμα, αλλά περιλαμβάνουν κι άλλα ζητήματα, από τα προβλήματα σε λιμάνια μέχρι τα προβλήματα από τα lockdown στην Κίνα.

Το τι συνεισφέρει στην αύξηση των τιμών στο μη Χρηματοοικονομικό Τομέα της Αμερικανικής Οικονομίας φαίνεται στο ότι ενώ στην περίοδο 1979 - 2019 τα Εταιρικά Κέρδη συνεισέφεραν κατά μέσο όρο το 11,4% της αύξησης των τιμών, στην περίοδο από το δεύτερο τρίμηνο του 2020 έως το τελευταίο τρίμηνο του 2021 συνεισέφεραν το 53,9%. Ενώ στα 40 χρόνια, μέχρι το 2019, η αύξηση του Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας συνείσφερε κατά 61,8% στην αύξηση των Τιμών, στην περίοδο 2020 - 2021, αυτό υποχώρησε στο 7,9%. Αυτό σημαίνει ότι οι Επιχειρήσεις κάνουν αυξήσεις στις τιμές που δεν αποτελούν απάντηση στην αύξηση του Κόστους Εργασίας, το οποίο δεν αυξάνεται ιδιαίτερα, παρότι στις Η.Π.Α. καταγράφεται εντυπωσιακά χαμηλό ποσοστό Ανεργίας, που τον Απρίλιο του 2022 παρέμεινε αμετάβλητο στο 3,6%. Υπάρχει και μιά άλλη κομβική παράμετρος, η οποία φαίνεται στις στατιστικές των Η.Π.Α.: οι Επιχειρήσεις έχουν καταφύγει σε σημαντικές αυξήσεις τιμών (markups) γιά να διατηρήσουν υψηλά περιθώρια Κέρδους, σε μία συγκυρία όπου μπορούν να βρουν επαρκή ζήτηση. Αυτή η ικανότητα να ρυθμίζουν τις τιμές έχει οδηγήσει στις Η.Π.Α. τα Εταιρικά Περιθώρια Κέρδους να είναι τα υψηλότερα από τη 10ετία του 1950. Στοιχεία από τις Η.Π.Α. έδειξαν αυξήσεις στα Καθαρά Κέρδη ακόμη και 49%, υπερβαίνοντας κατά πολύ και τις αυξήσεις στις Αποδοχές και σε Κόστη όπως η Ενέργεια, όλα αυτά όταν οι αυξήσεις στις Μέσες Αποδοχές των Μισθωτών έχουν υποχωρήσει.

Όσο κι αν η σύγκριση ανάμεσα στο 1994 και το 2022 είναι επικοινωνιακά εντυπωσιακή, οι δύο περιπτώσεις απέχουν παρασάγγας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι συνέπειες δεν είναι καταστροφικές γιά την Οικονομία.

Στην Ελλάδα, αυτό που βιώνουμε σήμερα είναι μία καθαρά εξωγενής, Εισαγόμενη Κρίση, η οποία οφείλεται στον συνδυασμό της Πανδημίας με τη Ρωσική Εισβολή στην Ουκρανία και την ευρύτερη παγκόσμια αβεβαιότητα που έχει επιφέρει.

Αντίθετα, το 1994 η Ελλάδα πλήρωνε τις συνέπειες της δικής της Οικονομικής Πολιτικής: ο Πληθωρισμός το 1994 στη Γερμανία ήταν 2,45%, στη Γαλλία 1,95% και στην Ελβετία 0,42%. Αντίθετα, τον Απρίλιο ο μέσος Πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ήταν 7,5%, ενώ στη Γερμανία αναμένεται να διαμορφωθεί στο 7,4% στη Γαλλία στο 4,8% και στην Ελβετία στο 2,5%. Από αυτά προκύπτει ότι ο Πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι υψηλότερος σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες, όμως η αύξηση αφορά το σύνολο της Ευρώπης.

Σημαντική διαφοροποίηση είναι οι αιτίες κι η προοπτική Αποκλιμάκωσης μέσα στους επόμενους μήνες. Εκτιμάται ότι μέχρι το Φθινόπωρο του τρέχοντος έτους οι τιμές θα έχουν ξεφουσκώσει σε μεγάλο βαθμό, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι θα έχει σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ειδικά γιά την Ελλάδα, θεωρείται ότι ο Ετήσιος Πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 6,5% συνολικά γιά το 2022, με σημαντική Αποκλιμάκωση προς το τέλος του έτους. Με δεδομένο ότι θα έχει μειωθεί η γεωπολιτική ένταση κι οι ενεργειακές τιμές θα διορθώσουν, αναμένεται περαιτέρω πτώση το 2023, ώστε να επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα από το 2024 και μετά.

Εντούτοις, μολονότι οι λόγοι δεν είναι οι ίδιοι με αυτούς του παρελθόντος, οι πληθωριστικές συνέπειες παραμένουν, επηρεάζοντας το σύνολο της Οικονομίας. Καύσιμα, Είδη Πρώτης Ανάγκης, Σούπερ Μάρκετ, ηλεκτρικό ρεύμα, ακτοπλοϊκά κι αεροπορικά εισιτήρια, έχουν ήδη πάρει την ανιούσα, ενώ στο καλάθι της Νοικοκυράς οι τιμές είναι φωτιά, με διψήφιες αυξήσεις. Την ίδια στιγμή, ο αντίκτυπος γίνεται αισθητός και σε μακροοικονομικό επίπεδο, καθώς είναι θέμα χρόνου ν' ανακοινωθούν αυξήσεις στα Επιτόκια του ευρώ. Αυξήσεις που επηρεάζουν άμεσα εκατομμύρια Δανειολήπτες με Κυμαινόμενο Επιτόκιο κι Επιχειρήσεις που καλούνται να πληρώσουν ακριβότερα γιά Δάνεια και Κεφάλαιο Κίνησης. Ισχυρές πιέσεις δέχονται και τα Ελληνικά Ομόλογα, καθώς, όπως φάνηκε και στην πρόσφατη Έξοδο της Χώρας στις Αγορές, το Κόστος του Χρήματος έχει ανέβει, ενώ οι Αποδόσεις στη Δευτερογενή Αγορά γιά το Ελληνικό 10ετές Ομόλογο ξεπερνούν το 3,5% και μπορεί η Χώρα μας να μην χρειάζεται να δανειστεί άμεσα, όμως η διατήρηση του Κόστους Χρήματος σε αυτό το επίπεδο προκαλεί ανησυχία στο Οικονομικό Επιτελείο.

Όλ' αυτά διαμορφώνουν τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Κυβερνήσεις στην προσπάθεια να χαράξουν Αντιπληθωριστική Πολιτική. Εάν πάνε με μία προηγούμενη Οικονομική Ορθοδοξία, τότε θα πρέπει ν' ακολουθήσουν πολιτικές αύξησης των Επιτοκίων και προσπάθεια γιά συγκράτηση ακόμη περισσότερο του Κόστους Εργασίας. Όμως, αυτή η επιλογή θα ενισχύσει υφεσιακές τάσεις και θα δημιουργήσει προβλήματα στη Χρηματοδότηση Κλάδων που χρειάζονται στήριξη ή των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, η συγκράτηση των Μισθών θα οδηγήσει σε επιδείνωση της θέσης των Εργαζομένων, έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια και σ' ένταση των ήδη ενεργών τάσεων της Μεγάλης Παραίτησης: της τάσης των Εργαζόμενων να εγκαταλείπουν Θέσεις Εργασίας με χαμηλές Αποδοχές και κακές Συνθήκες Εργασίας.

Μία κατεύθυνση είναι η προσπάθεια να υπάρξει εντονότερος Ανταγωνισμός στην Αγορά και συγκράτηση των Τιμών. Όμως, αυτό προσκρούει σε υπαρκτές Μονοπωλιακές κι Ολιγοπωλιακές Δομές, στο γεγονός ότι οι Επιχειρήσεις ενίοτε είναι πιό εύκολο να συντονιστούν στις αυξήσεις παρά να πάνε σε Ανταγωνισμό Τιμής. Οι Παρεμβάσεις που μπορούν να συγκρατήσουν το markup στις Τιμές και τη διεύρυνση των περιθωρίων Κέρδους των Επιχειρήσεων έρχονται σε σύγκρουση με βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις γιά το τι συνιστά Οικονομική Ανάπτυξη και κατ’ επέκταση Οικονομική Πολιτική.