Ο εγκλεισμός μας, η προσδοκία κατά τον Πλάτωνα κι η Σύγχρονη Εποχή.
Το 7ο Βιβλίο της Πλατωνικής Πολιτείας ξεκινά με μιά εικόνα η οποία αναπαριστά την Ανθρώπινη Φύση, σχετικά με την Παιδεία και την Απαιδευσία. Πρόκειται γιά τον Μύθο του Σπηλαίου, μία περιπέτεια Ψυχής που περιγράφει τον εγκλεισμό του Ανθρώπου και την έξοδό του στον Κόσμο του Φωτός. Εστιάζοντας στους συμβολισμούς του, υπάρχουν κάποιες αναλογίες με το δικό μας εγκλεισμό.
Σε μια σπηλιά κάτω από
τη γη, που έχει την είσοδό της ανοιγμένη στο φως, ζουν από παιδιά Άνθρωποι
αλυσοδεμένοι από τα πόδια και τον τράχηλο. Πίσω τους, ψηλά και σε απόσταση,
υπάρχει φωτιά αναμμένη και στο ενδιάμεσο ένας δρόμος, κατά μήκος του οποίου
βρίσκεται ένας μικρός τοίχος, όπως τα παραπετάσματα των θαυματοποιών. Πίσω απ’
τον τοίχο περνούν Άνθρωποι μεταφέροντας πάνω από το ύψος του κάθε λογής
αντικείμενα, καθώς κι ομοιώματα Ανθρώπων και ζώων.
Οι σκιές τους
προβάλλονται χάρη στο φως της φωτιάς στο βάθος του σπηλαίου, το μοναδικό οπτικό
πεδίο των Δεσμωτών. Ανήμποροι να κινηθούν και περιοριζόμενοι στη φυσική τους
όραση, οι έγκλειστοι νομίζουν πως οι σκιές είναι τα ίδια τ' αντικείμενα κι ο
αντίλαλος από τις ομιλίες εκείνων που κινούνται πίσω από το τοιχίο, η φωνή των
σκιών. Κατ’ επέκταση, ελλείψει άλλων ερεθισμάτων, θεωρούν αυτονόητη την
αυθεντικότητά τους.
Τα δεσμά τους στερούν
κάθε δυνατότητα κίνησης, αυτενέργειας και διεύρυνσης του οπτικού τους πεδίου.
Προσωπική Δράση δεν υφίσταται: κυριαρχεί μόνον η όρασις, αλλά κι αυτή δεν είναι
άλλο από παθητική παρατήρηση των συμβάντων, αναντίρρητη αποδοχή των δεδομένων
των αισθήσεων, άγνοια, πλάνη. Κάποια στιγμή, ένας από αυτούς κατορθώνει να
ελευθερωθεί. Σηκώνεται, στρέφει το λαιμό του, περπατά, κοιτάζει προς το μέρος
της φωτιάς και εν συνεχεία προς τ' αντικείμενα που περιδιαβαίνουν το παρατείχισμα.
Η οπτική της Ψυχανάλυσης, ο Υλισμός ως νόσος.
Το πέρασμα από τη σκιά
στο Αισθητό είναι το πρώτο βήμα, η αρχή μιάς ανοδικής, επίπονης και κοπιώδους
πορείας προς τον Κόσμο του Νοητού, τον Κόσμο του Φωτός. Μίας πορείας η οποία
καταλήγει στην θέασιν των Ιδεών και του Αγαθού, στη Γνώση και στην Αλήθεια.
Αφήγηση ελκυστική κι αναμφίβολα επιμελώς σκηνοθετημένη, το Πλατωνικό Σπήλαιο έχει δεχτεί πλήθος ερμηνειών και προσεγγίσεων.
Από αυτές ξεχωρίζει η
οπτική της Ψυχανάλυσης, η οποία συσχετίζει τον απατηλό κόσμο των σκιών με τον
Ψυχισμό του Ατόμου, τις νευρώσεις και τις ψευδαισθήσεις του, την δε έξοδο στο
φως, με την ανάδυση και αποδοχή του απωθημένου τραυματικού βιώματος. Γιά τον
Πλάτωνα και γιά την εν λόγω Επιστήμη, απώτερος Στόχος της όλης διαδικασίας είναι
η επίτευξη της Εσωτερικής Ισορροπίας του Ανθρώπου, η συμφιλίωση με τον εαυτό
του κι η ενοποίηση ενός κατακερματισμένου κόσμου.
Η Σχέση του Μύθου που γεννήθηκε 25 αιώνες πριν με τον Εγκλεισμό που επέβαλε η σημερινή πανδημία.
Οι Σύγχρονοι Άνθρωποι, ως
άλλοι Δεσμώτες, αναγκάστηκαν να περιοριστούν σ' έναν κλειστό χώρο, έχοντας την
αίσθηση πως όταν όλα τελειώσουν η έξοδός τους στο φως θα είναι ο δρόμος προς
την Ελευθερία, την οποία απροσδόκητα κι εν μέρει άθελά τους στερήθηκαν.
Αυτή η διαπίστωση
οδηγεί αυτομάτως σε μιά αλυσίδα ερωτημάτων: Κατά πόσο ήταν Ελεύθεροι πριν από
τον εγκλεισμό τους; Μήπως δεν ήταν δέσμιοι ενός αμείλικτου Καταναλωτικού
Προτύπου, το οποίο τους είχε περιχαρακώσει σε αδιέξοδες Συμπεριφορές; Η
υπερεκτίμηση και θεοποίηση του Υλισμού κι η συνακόλουθη υποτίμηση της
Ανθρώπινης Οντότητας, είναι μιά άλλη νόσος, προϋπάρχουσα της σημερινής
πανδημίας; Γιά ποιά Ανεξαρτησία Βούλησης κι Αυτονομία Δράσης μπορούμε να
μιλάμε, τη στιγμή που οι σκέψεις και οι ενέργειες του ατόμου κατευθύνονται από
τα Κέντρα Πληροφόρησης και την άνευ όρων κι ορίων Τεχνολογία; Στο Πλατωνικό
Σπήλαιο εκείνοι που κινούν τα ομοιώματα των αντικειμένων εν αγνοία των
Δεσμωτών, παραπέμπουν συνειρμικά σ’ αυτόν τον προβληματισμό, σε μία πολύμορφη
Δουλεία.
Η αμφισημία του κλειστού
χώρου.
Ο έξω κόσμος, παρά την
πρόοδο των επιτευγμάτων του, μοιάζει να είναι ο αντίποδας του Πολιτισμού, ένα
ανεστραμμένο Σύμπαν, το οποίο με αόρατα δεσμά καθηλώνει τους ενοικούντες του σε
μία πολύμορφη Δουλεία. Το κύριο χαρακτηριστικό του, η Μαζοποίηση, τον κάνει να
διαφέρει ελάχιστα από τον Κόσμο του Σπηλαίου και την απόλυτη ομοιομορφία που
επικρατεί εντός του.
Εκεί ουδείς Δεσμώτης
ξεχωρίζει από τους άλλους, διότι κανένας δεν έχει συναίσθηση της Μοναδικότητάς
του. Η Αυτογνωσία κι η Ετερογνωσία απουσιάζουν, καθώς δεν βλέπουν τίποτε άλλο,
εκτός από σκιές.
Έτσι κι εμείς. Δέσμιοι
Προκαταλήψεων, στερεοτύπων αντιλήψεων και φόβων, που τεχνηέντως καλλιεργούνται
κι επιβάλλονται και Δέσμιοι των προσωπικών μας ανασφαλειών και τραυμάτων,
έχουμε απωλέσει την εσωτερική μας ενότητα.
Καθηλωμένοι κι
αναντίρρητα προσαρμοσμένοι στον τρόπο ζωής του μεγάλου σπηλαίου και συγχρόνως
περιχαρακωμένοι σε μία μικρή, ιδιότυπη ατομική πόλη, παραδομένοι στο σύμπτωμα
και τα παρεπόμενά μας, ζούμε μέσα σε μιά άνευ προηγουμένου αυταπάτη και πλάνη
κι έχουμε εκμηδενίσει την προσωπική μας ελευθερία.
Η διεκδίκηση του
Μυητικού Χρόνου.
Ίσως λοιπόν ο κατ’
οίκον περιορισμός να είναι ένα σπήλαιο αντίθετο του Πλατωνικού και μιά ευκαιρία
ενδοσκόπησης και συνάντησης με τον εαυτό μας. Ούτως ή άλλως ο Κλειστός Χώρος
είναι μιά έννοια αμφίσημη γιά την Αρχαία Ελληνική Σκέψη, όπως και τόσες άλλες
έννοιες. Μπορεί να είναι χώρος απομόνωσης, αφύσικης Αυτονομίας κι άρνησης του
Ανθρώπου ν' ανοιχτεί προς τον άλλον, όπως η σπηλιά του Κύκλωπα στην Οδύσσεια.
Μπορεί να είναι πεδίο σκότους, όμοιο με την κοιλιά του Κρόνου στην Ησιόδεια
Θεογονία, του τρομερού πατέρα, που καταπίνει τα παιδιά του και τα φυλακίζει σε
μιά αντικανονική μήτρα, στερώντας τους τη δυνατότητα να βγουν το φως. Μπορεί να
είναι κι ένα καταφύγιο, σαν το Δικταίο Άντρο, που φιλοξενεί και προφυλάσσει τον
Δία ή ένας τόπος συνδεδεμένος με τη γέννηση και τη ζωή.
Στην Πολιτεία ο Πλάτων
παραθέτει την αλληγορία του σπηλαίου.
Στην αλληγορία του ο
Πλάτων έλεγε πως υπάρχει τρόπος ν' απελευθερωθεί ο Δεσμώτης, θα μπορούσε να
λυθεί ή κάποιος να τον τραβήξει έξω από το σπήλαιο. Θα ήταν πολύ δύσκολο να
συνηθίσει το φως και να πιστέψει πως όσα έβλεπε ως τότε ήταν ψεύδος. Ο πόνος
από την λάμψη του Ήλιου θα ήταν τόσο δυνατός που μπορεί να προτιμούσε να
ξαναγυρίσει στην σπηλιά. Υπήρχε περίπτωση όμως να καταλάβει την Αλήθεια. Αν
γυρνούσε πίσω να μιλήσει σε όσους είχαν παραμείνει Δεσμώτες, εκείνοι θα τον
περιγελούσαν λέγοντάς του ότι είχαν χαλάσει τα μάτια του, ενώ αν προσπαθούσε ν'
απελευθερώσει κάποιον, αν μπορούσαν να τον πιάσουν στα χέρια τους, θα τον
σκότωναν.
Ο υποχρεωτικός
εγκλεισμός στα σπίτια μπορεί ν' αποτελέσει μία σύγχρονη εκδοχή της αλληγορίας
του σπηλαίου. Αναγκασμένοι να βλέπουμε την ψηφιακή αποτύπωση της
πραγματικότητας, όπως την διαχειρίζονται οι μέντορες της τηλεοπτικής εξουσίας,
νομίζουμε ότι βλέπουμε την ίδια την πραγματικότητα. Ο φόβος κι ο πανικός είναι
τα συναισθήματα που καλλιεργούνται γιά να μετατραπούμε σε κατοικίδια κι
οικόσιτα, ν' αντιβαίνουμε σε ό,τι κάνει ανθρώπινο τον Άνθρωπο, δηλαδή την
Κοινωνικότητά του. Η έκβαση αυτής της ιστορίας έχει πολλές εκδοχές.
Στην Πολιτεία του, ο
Πλάτων παραθέτει την αλληγορία του σπηλαίου προκειμένου ν' αναφερθεί στην
Παιδεία και στην Απαιδευσία, στην δυσκολία να κατακτηθεί το Αγαθό -η Αλήθεια κι
η Δικαιοσύνη- κι η Γνώση.
Αλυσοδεμένοι,
φυλακισμένοι στο σπήλαιο, δεν έχουν δυνατότητα να βγουν προς την έξοδο. Είναι
υποχρεωμένοι να βλέπουν μόνο προς μία κατεύθυνση, σ' έναν τοίχο στον οποίο
προβάλλονται σκιές ομοιωμάτων που τους προβάλλουν κάποιοι άλλοι, μη ορατοί σε
αυτόν. Ακόμη κι οι ήχοι που ακούν, δεν είναι παρά οι αντίλαλοι των φωνών των
Δεσμοφυλάκων τους. Συνηθισμένοι στην φυλακή τους νομίζουν ότι η Αλήθεια είναι
τα ομοιώματα κι ο Λόγος η αντήχησή του. Ο υποχρεωτικός εγκλεισμός στα σπίτια
μας μπορεί ν' αποτελέσει μία σύγχρονη εκδοχή της αλληγορίας του σπηλαίου.
Το σπήλαιο του
Σύγχρονου Ανθρώπου.
Όμοια και το σπίτι, το
σπήλαιο του Σύγχρονου Ανθρώπου: άλλοτε λειτουργεί ως τόπος εγκλεισμού, που του
στερεί τη δυνατότητα ν' αυτονομηθεί κι άλλοτε συνιστά έναν χώρο οικείο που
εκπέμπει ασφάλεια και θαλπωρή. Ο κλειστός, σκοτεινός, χώρος δεν συνοδεύεται
πάντα από αρνητικό πρόσημο κι ο Πλάτων το γνώριζε καλά αυτό, αν κρίνουμε από
τον Μύθο του Αρμενίου Ηρός, με τον οποίο ολοκληρώνει την Πολιτεία του. Εκεί, σε
αντίθεση με το σπήλαιο, μας δείχνει ότι ο κόσμος του Άδη είναι ένας κόσμος
Μύησης κι Αλήθειας: ο Οδυσσέας, θυμούμενος τα βάσανα της προηγούμενης ζωής του,
όταν έρχεται η ώρα να επιλέξει τον επόμενο βίο του, θα προτιμήσει αυτόν του
απλού Ιδιώτη. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο Φιλόσοφος μάς βεβαιώνει ότι μετά τη Γνώση
της Αλήθειας γιά τον Κάτω ή τον άλλο Κόσμο, ο Άνθρωπος είναι έτοιμος να γίνει
Πολίτης μίας Κοινωνίας Δικαίου.
Στη δική μας περίπτωση
και στη δεδομένη χρονική στιγμή, ο κλειστός χώρος μπορεί να λειτουργήσει κι
ευεργετικά, αρκεί να καταστεί Χώρος Συνάντησης με τον εαυτό μας και μιά
ευκαιρία να διεκδικήσουμε τον Προσωπικό μας Χρόνο, απαλλαγμένοι από τους
ασθματικούς ρυθμούς της καθημερινότητας. Να διεκδικήσουμε έναν Χρόνο μυητικό κι
όχι βέβηλο, έναν Χρόνο ουσιαστικό, που να εμπεριέχει τη Συνύπαρξη και την
Επικοινωνία με τον Συνάνθρωπο. Εντός του οίκου μπορεί να μετατραπεί το ανοίκειο
σε οικείο και ν' αποκαλυφθεί μιά Αλήθεια από καιρό λησμονημένη: ότι στον Κόσμο
της Παγκοσμιοποίησης περιπλανιόμαστε ανέστιοι κι ανεστίαστοι,
αποπροσανατολισμένοι κι ανελεύθεροι κι, υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αδύνατον
να ορίσουμε οι ίδιοι τη ζωή μας. Ότι η υπέρβαση των ορίων μας είναι άρρηκτα
δεμένη με την αίσθηση της παντοδυναμίας που γέννησε η Βιομηχανική Εποχή. Ότι
αυτή η παντοδυναμία είναι τελικά επίπλαστη. Ότι οφείλουμε να
επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τον Πλανήτη μας, το μεγάλο μας σπίτι, που
ανέπνευσε λόγω του εγκλεισμού μας.
Το κέρδος του
εγκλεισμού μας θα είναι μια διαφορετική, βαθύτερη ανάγνωση του Κόσμου, το
άνοιγμα προς τον εαυτό μας και τον Συνάνθρωπο κι ακόμη το ξεπέρασμα της
Πολιτικής Νόσου μέσα από τη θεμελίωση μιάς άλλης Ηθικής, Ατομικής και
Συλλογικής. Θα είναι, με τη γλώσσα της Τραγωδίας και της Φιλοσοφίας, το τέλος
της στάσεως κι η ενότητα σε όλα τα επίπεδα. Τότε και μόνο τότε θα μπορούμε να
μιλάμε γι' αληθινή έξοδο στο φως.
Η Μεταφυσική της
ουτοπίας γιά την έλευση ενός Καινούργιου Κόσμου, της Δικαιοσύνης και της
Ισότητας γιά όλους τους Ανθρώπους.
Συχνά, στον Κόσμο των
Ιδεών, τα πράγματα περιγράφονται χαρμόσυνα κι αισιόδοξα, γιά την έλευση ενός
Καινούργιου Κόσμου, της Δικαιοσύνης και της Ισότητας γιά όλους τους Ανθρώπους.
Το όραμα ενός
Καινούργιου Κόσμου που θα προκύψει από τη σύγκρουση με τον παλιό, συχνά
αναγγέλλεται με τυμπανοκρουσίες και θεάματα. Ουδέν μπορεί να συμβεί στην
Κοινωνία, αν οι Άνθρωποι δεν ενστερνίζονται τις καινούργιες Ιδέες και τα
οράματα. Συνακόλουθα, αν οι Ιδέες κυβερνούν αυτό τον Κόσμο, τότε οι υλικές
συνθήκες ύπαρξης του Ανθρώπου είναι η αφετηρία γιά έναν αγώνα υπερ-προσωπικό,
που θα οδηγήσει Νομοτελειακά’ στην εγκαθίδρυση της ποθητής ουτοπίας του Χαμένου
Παραδείσου. Το στοιχειωμένο σύνδρομο του Χαμένου Παραδείσου του παρελθόντος
είναι η διαφυγή του Ανθρώπου από το ίδιο το πεδίο εγκλεισμού του.
Έτσι, η ουτοπία, ως μη
ακόμη Πραγματικός Χώρος του συμβολικού-φαντασιακού, εκκρεμεί αμετάκλητα στην
απροσδιοριστία της. Κάθε ουτοπία (Χιλιαστική, Φιλελεύθερη, Συντηρητική ή
Σοσιαλιστική) έχει διπλή ψυχολογική λειτουργία κι ανάγνωση: η Ουτοπική Σκέψη
είναι μία, κατ΄ αρχήν, επαναστατική και δημιουργική Σκέψη, δεδομένου ότι
κινητοποιεί όλες τις ανθρώπινες εσωτερικές δυνάμεις γιά έναν καλύτερο Κόσμο,
συγχρόνως, είναι και μία καθησυχαστική και καταπραϋντική σκέψη, η οποία βοηθά
τον Άνθρωπο να υποφέρει αγόγγυστα την δυστυχία αυτού του άδικου και
κατατρεγμένου Κόσμου, περιμένοντας την τελική του Λύτρωση.
Γιά τον ίδιο λόγο, η
ουτοπία παραμένει πάντοτε ελκυστική, κρυμμένη στο βάθος της Ψυχής του Ανθρώπου
και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να πετάξει ψηλά και ν' απελευθερώσει τον
Κόσμο από τη Σκλαβιά του.
Από την πλευρά της
Ψυχολογίας, η ουτοπία είναι μία φαντασιακή προβολή της ακαταμάχητης επιθυμίας
του Ανθρώπου, να εγκαθιδρύσει έναν νέο Κόσμο απαλλαγμένο από την δυστυχία και
τον πόνο.
Από Κοινωνιολογική κι
Ανθρωπολογική άποψη, εκφράζει την Επαναστατικότητα του Ανθρώπου και την
επιθυμία του ν' ανατρέψει την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και να εγκαθιδρύσει
μία νέα Κοινωνία της Ισότητας και της Δικαιοσύνης γιά όλους τους Ανθρώπους.
Ένα παράδειγμα της
ετερόκλητης Ουτοπικής κι Ελευθεριακής Σκέψης, είναι η Ομάδα των Γερμανοεβραίων
Διανοητών και Φιλοσόφων, οι οποίοι έκαναν την εμφάνισή τους κατά το τελευταίο
τέταρτο του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα στην κεντρική Ευρώπη
(Γερμανία κι Αυστροουγγαρία). Στην Ομάδα αυτή των Ελευθεριακών, Αναρχοαυτόνομων
Διανοητών ανήκουν οι Gustav Landauer, Martin Buber, Franz Rosenzweig, Gershom
Scholem, Leo Loewenthal, Walter Benjamin κι Erich Fromm. Όλοι τους είναι
επηρεασμένοι από τον Μαρξισμό -αργότερα διαφοροποιήθηκαν- κι ενώ στο σύνολό
τους συγκροτούν μιά ετερόκλητη Ομάδα Διανοητών, όλοι τους κινούνται ανάμεσα
στον Εβραϊκό Μεσσιανισμό και στην Ελευθεριακή Ριζοσπαστική Ουτοπία. Με την
έννοια αυτή, ως προς τον ιδεολογικό τους προσανατολισμό, τους διακρίνει μιά
εκλεκτική συγγένεια.
Στην Εβραϊκή Παράδοση,
τα Ελευθεριακά Κινήματα αντανακλούν την Μεσσιανική ανάγνωση της Ιστορίας και
την ακατανίκητη προσδοκία γιά την οριστική Απελευθέρωση των Εβραίων, καθώς και
την επικράτηση μιάς Αδελφικής Συμμαχίας Ανθρώπων, σ' ένα Βασίλειο Οικουμενικής
Ειρήνης, το Βασίλειο της Ελευθερίας.
Η Ιστορία περιέχει τη
λύτρωση του Ανθρώπου από τα δεσμά της Σκλαβιάς κι αυτή η λύτρωση μπορεί παρά να
προέλθει μόνον μέσα από την επαναστατική ρήξη του Ανθρώπου με την κατεστημένη
Τάξη Πραγμάτων, με την Ουτοπική Ελευθεριακή Επαναστατική Σκέψη.