Το Κακό ως έννοια κι ως Φιλοσοφία.
Το Κακό.
Η Φιλοσοφία ούτε
κατασκευάζει ούτε ανακαλύπτει το Κακό. Το Κακό υπάρχει παντού γύρω μας, υπάρχει
και μέσα μας. Η Φιλοσοφία θέτει, μόνη αυτή, το πρωταρχικό Ερώτημα γιά το πώς
πρέπει να ορίσουμε ή να προσεγγίσουμε το Κακό και γιά το πώς πρέπει να νοήσουμε
την κλίμακα του Κακού. Διότι το Κακό δεν είναι πάντα του ίδιου βάθους: εκτείνεται
από εκείνο το σημείο όπου βρισκόμαστε λίγο έξω από τη σφαίρα του Αγαθού μέχρι
το ριζικό Κακό.
Αποφεύγουμε να
συζητάμε γιά το ριζικό Κακό. Οι λόγοι είναι πολλοί: το φοβόμαστε σαν να ήταν
μολυσματικό, μας απωθεί ενώ, ταυτόχρονα, ασκεί επάνω μας μία παράξενη γοητεία
γιά την οποία νιώθουμε ενοχή ή ντροπή, μοιάζει ν' αντιστέκεται σε κάθε Ορισμό:
το ριζικό κι ανεξιχνίαστο Κακό, εκείνο που διαφέρει από τα καθημερινά ανθρώπινα
σφάλματα και τις μικρές κακίες, ανήκει σ' έναν χώρο σκοτεινό. Αναρωτιόμαστε εάν
το ριζικό Κακό υπάρχει κι, εάν ναι, τι είναι (αρρώστια, μοίρα, τιμωρία,
επιλογή;) και πού κατοικεί (μέσα μας, στη Φύση, στον Διάβολο, στην Κοινωνία;),
η παρουσία του ακραίου Κακού στον Κόσμο μας οδηγεί σε αδιέξοδα ερωτήματα: γιατί
ένας σπλαχνικός Θεός επιτρέπει στο Κακό να υπάρχει και, πόσο μάλλον, να νικά;Θα
προσεγγίσω το Πρόβλημα του Κακού μέσα από την οπτική της Ηθικής. Αυτό σημαίνει
ότι δεν θα δω μόνο εγκυκλοπαιδικά ποιές απόψεις γιά το Κακό έχουν προταθεί στην
Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, θα εμβαθύνω στο πώς αυτές εγγράφονται κάθε φορά
στα συμφραζόμενα μιάς Ηθικής Θεωρίας.Ένα Φιλοσοφικό Μάθημα γιά το Κακό δεν
είναι ένας τρόπος εξαγνισμού και καταπολέμησης του Κακού ούτε μία μορφή Ηθικής
Διαπαιδαγώγησης ούτε ένα παράθυρο, ώστε το Κακό να γίνει αποδεκτό ή οικείο.Δεν
θα ξαναδείτε το Κακό με τον ίδιο τρόπο είτε αυτό εμφανίζεται γύρω μας είτε μέσα
μας είτε σε μια ταινία ή σ' ένα Μυθιστόρημα. Σας υπόσχομαι μιά ευκαιρία γιά νέα
μάτια και νέα ματιά πάνω στον Κόσμο κι αυτό είναι, όντως, το σημείο εκκίνησης
γιά έναν νέο Κόσμο.Η έννοια του Κακού. Το Κακό Ερμηνευτικές και διεπιστημονικές
προσεγγίσεις. Το Κακό είναι ένα από τα Προβλήματα που ανέκαθεν απασχόλησαν τον
Άνθρωπο, έχοντας αποτελέσει αντικείμενο έρευνας των μεγάλων Θεολόγων, των
Φιλοσόφων και των Στοχαστών. Γιά τον Μεγάλο Βασίλειο, λόγου χάριν,το Ηθικό Κακό
εξαρτάται από εμάς, ενώ γιά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, το Φυσικό Κακό δεν έχει
την επιβαρυντική ιδιότητα ενός βλαπτικού ενεργήματος που απορρέει από
ανθρωπολογική δυσλειτουργία (Βούλησης ή Νόησης). Σε ανάλογο μήκος κύματος
κινείται κι ο Φιλόσοφος του Διαφωτισμού Ιμμάνουελ Καντ, ο οποίος στην Κριτική
του Πρακτικού Λόγου παραθέτει τον Στωικό ν' αναφωνεί: ω πόνε, όσο και να με
βασανίζεις, δεν πρόκειται ποτέ να παραδεχθώ ότι είσαι κάτι κακό (ΚΠΛ 106).
Εκείνο που δήλωνε η κραυγή του Στωικού, κατά τον Καντ, ήταν ένα Φυσικό κι όχι
ένα Ηθικό Κακό, ως ρίζα μιάς υποκειμενικής ή ηθελημένης χρήσης της Ελευθερίας
Επιλογής προγενέστερης από κάθε Αισθητική Εμπειρία. Αν είχε όμως διαπράξει ένα
Έγκλημα, στο πλαίσιο μίας Παραβιαστικής Ηθικής, αυτό θα ήταν Κακό, αφού θα είχε
καταρρακώσει την έννοια μιάς Αξιοπρέπειας του υπευθύνως ανήκειν στον ανθρώπινο
κόσμο. Ποικίλοι, κατά συνέπεια, είναι οι τρόποι με τους οποίους αντιμετωπίζεται
το Κακό, Μεταφυσικό, Φυσικό κι Ηθικό (Ριζικό, Αρνητικό ή Κοινότυπο), υπαρκτό ή
εξ αντανακλάσεως, από την Αρχαιότητα μέχρι τις ημέρες μας: αποτέλεσμα ή
υπόλειμμα της ζωικότητας, τόσο όσο και της Λογικότητας του Ανθρώπου, μετέχει μη
αναγώγιμα σ' έναν δυνατό του Ορισμό, πεσσιμιστικού μάλλον χαρακτήρα ή υπόκειται
σε μία Τελεολογία προοδευτικού τίθεσθαι εκποδών; κι αυτός θα είναι ο ένας
θεματικός άξονας του Συνεδρίου μας. Παράλληλα, σήμερα Ειδικοί Επιστήμονες και
Φιλόσοφοι ασχολούνται και προβληματίζονται με την ιδιαίτερη μορφή που λαμβάνει
το Κακό στις διάφορες εκφάνσεις της ζωής μας στην προσωπική, την κοινωνική, την
πολιτική και την οικονομική σφαίρα. Τον Θεολόγο εύλογα τον ενδιαφέρει η σύλληψη
του Κακού από θρησκευτική άποψη. Παρόμοια όμως απασχολεί το Κακό τον Ψυχολόγο,
τον Ψυχίατρο και τον Ψυχαναλυτή. Είναι η γλώσσα του Κακού κι η γλώσσα της
Ψυχικής Ασθένειας ταυτόσημες ή πρόκειται γιά δυό εντελώς διαφορετικά πράγματα;
Εξ ίσου, ο Κοινωνιολόγος κι ο Πολιτικός Θεωρητικός επικεντρώνονται στο Κακό εν
μέσω Πολιτικής Κοινωνίας. Σε τι συνίσταται αυτό και πώς εντοπίζεται; Τέλος,
υπάρχει μία πρόσφατη γραμμή Σκέψης και Προβληματισμού, σύμφωνα με την οποία θα
πρέπει να επέμβουμε στον Άνθρωπο με τη βοήθεια των βελτιωτικών και γενετικών
Τεχνολογιών, γιά να τον ενισχύσουμε ηθικά. Είναι αυτό ένα βιώσιμο Σχέδιο ή μιά
Ουτοπιστική Φιλοδοξία;
Γιά να ορίσουμε
την έννοια του Κακού, πρέπει πρώτα να ορίσουμε το ποιός θα το εννοιολογήσει ,
το ποιός θα το ορίσει και σε ποιόν θ' αναφέρεται αυτό. Ο Άνθρωπος εννοιολογεί
το Κακό και σε αυτόν αναφέρεται. Αλλά το Κακό υπάρχει και γιά κάθε ζώο κι η
πάθηση Κακού από ζώο μπορεί να προξενήσει λύπη στον Άνθρωπο. Επειδή ο Άνθρωπος
νοεί, εννοιολογεί κι ορίζει το Κακό, που αναφέρεται σε αυτόν, αναφερόμαστε σε
ανθρώπινα κακά. Κακό λοιπόν είναι, ορίζεται, ως κάθε τι επιβλαβές στον Άνθρωπο.
Κακό είναι αυτό που συμβαίνει σ' εμάς, αλλά και σε οποιονδήποτε. Κακό είναι κι
η Φοροδιαφυγή, διότι τις επιπτώσεις της θα τις πληρώσουν οι άλλοι που θα
επωμιστούν τα βάρη.
Η Αναγκαιότητα του
Κακού.
Η Κτίση, η Ύλη, ο
Κόσμος, ακόμα κι αν δεν είναι Κτίση κι είναι αγέννητος, προϋπάρχει, ενυπάρχει
σε αντιθέσεις. Η Ύλη είναι πεπερασμένη -είτε πρόκειται γιά ένα μικροσωμάτιο
είτε πρόκειται γιά ζώο είτε πρόκειται γι' Άστρο, Γαλαξία κλπ-. Το πεπερασμένο
υπάρχει μέσα σε αντιθέσεις, ωραίο-άσχημο, μικρό-μεγάλο, λείο-τραχύ,
κανονικό-ανώμαλο, φωτεινό-σκοτεινό, θερμό-κρύο, στερεό-υγρό-αέριο-πλάσμα,
πολύπλοκο-απλό κλπ. Αλλά κι η έννοια του Περατού, δημιουργεί την αόριστη έννοια
του Απείρου, του χωρίς Πέρατα -δηλαδή- ή χωρίς Εμπειρία που είναι συγγενικά. Το
ορισμένο Υλικό Ον (πχ ένα φρούτο), δημιουργεί την έννοια του Αορίστου, κάτι που
δεν ορίζουμε και που μπορεί να είναι άγνωστο ή να είναι έννοια που δεν ορίζεται
(π.χ. μηδέν, άπειρο, άυλο, ασχημάτιστο, Θεός, αναφής κλπ). Η αντίθεση προβάλλει
σαν μιά Υπόσταση της Νόησης και της Ύλης-Άυλου. Υπάρχει οξύνους και βλάκας,
εύστροφος και βραδύνους, ήπιος και τραχύς, ήσυχος κι ανήσυχος, προνοητικός κι
επιπόλαιος, σίγουρος κι αμφίβολος κ.α., που είναι αντιθέσεις του Νοήμονος, της
Νόησης. Επειδή η Νόηση διεξάγεται μ' έννοιες κι οι έννοιες είναι Άυλες, είναι
Ιδέες και λίθοι της Άυλης Λογικής, η υπόσταση της αντίθεσης διέπει και το Υλικό
και το Άυλο. Συνεπώς υπάρχει κι η Αναγκαιότητα του Κακού, ως αντίθεση του
Καλού, παντού.
Η Προέλευση του
Κακού.
Πολλοί από τους
Πλατωνικούς, υποστήριξαν ότι πηγή του Κακού είναι η Ύλη (ίσως και ο ίδιος ο
Πλάτων). Ο Πλάτων κι ο Σωκράτης πίστευαν ότι η Ύλη είναι αγέννητη κι ο Θεός
δημιούργησε διαμορφώνοντας την Αδιαμόρφωτη Ύλη. Από την ανάλυση που προηγήθηκε,
το Κακό υπάρχει και στις Ιδέες, συνεπώς η Ύλη δεν είναι Πηγή αλλά Φορέας του
Κακού. Όμως η Ύλη, είναι το θέατρο όπου διεξάγεται ο αγώνας των Αντιθέσεων είτε
μέσα στην Ύλη είτε στο μυαλό των Ανθρώπων. Το Επιχείρημα του Μεθοδίου,
Επισκόπου Φιλίππων (3ος αιώνας), που ίσως επικαλέστηκε Επιχείρημα του
Δημόκριτου (ο οποίος έφερε σε αμηχανία τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη). Είναι
δυνατόν τ' αγέννητα να είναι δύο ή περισσότερα; Αν είναι δύο κι Άυλα, δεν
μπορεί να έχουν διαστάσεις. Αν είναι αδιάστατα δεν μπορεί να είναι δυό ή περισσότερα,
αφού δεν διακρίνονται μεταξύ τους. Άρα το Άυλο είναι ένα κι Απόλυτο, ο Θεός, ο
οποίος έχει Υποστάσεις, Ιδιώματα κι ένα Ιδίωμα, είναι η Αντίθεση κι άλλο ο
χρόνος, ο Λόγος, ο Νους κλπ. Οι Υποστάσεις είναι χαρακτηριστικά του Απόλυτου,
του Άυλου κι είναι Άυλες. Δεν διακρίνονται από το Απόλυτο, αλλά το
χαρακτηρίζουν, οι Υποστάσεις είναι τ' Άτομα του Απόλυτου, του Αδιάστατου και
Συνεχούς, λόγω των ιδιωμάτων του. Το επιχείρημα ότι τ' αγέννητα δεν μπορούν να
είναι δύο ή περισσότερα, ως Αδιάστατα, αφορούν και του Διαρχιστές, αυτούς που
πιστεύουν ότι άλλος κι εκπεσμένος είναι ο Δημιουργός (δημιούργησε τον Κόσμο με
ατέλειες) κι άλλος ο Νομοθέτης Θεός (Διαρχία). Έτσι ο θεός είναι Ένας κι
Απόλυτος και Ποιητής του παντός. Από τον έναν Θεό πηγάζει, προέρχεται και το
Κακό.
Η Κτίση, αρχικώς,
έγινε χωρίς ατέλειες; Αφού τ' αγέννητα δεν μπορούν να είναι δυό, αλλά ένα, ο
Θεός, αυτός εποίησε τον Κόσμο, την Κτίση. Στην Κτίση όμως υπάρχουν και τα
μικρόβια, που είναι Κακά και πολλές φορές φέρουν τον θάνατο. Εποίησε ο Θεός τον
Κόσμο με ατέλειες, με το Κακό; Αξιώνουμε, αιτούμε ότι ο Θεός είναι το Τέλειο.
Ως τέτοιο θα έχει μέσα του τις Αντιθέσεις, δεν υπόκειται σε Αντιθέσεις. Αλλά
κατασκεύασε τα μικρόβια; Όλες οι Ιδέες υπάρχουν ως Υπόσταση του Τέλειου,
υλοποίησε όλες τις Ιδέες στην κατασκευή του Κόσμου ή κατασκεύασε τον Κόσμο λίαν
καλό; Αν λίαν καλό, όχι όμως άριστο, τότε έχουμε μερική ύπαρξη του Κακού. Αλλά
κι εάν έφτιαξε τον Κόσμο με λίγο Κακό ή ολοκληρωτικά με το Κακό, σε τι
αποσκοπούσε; Η Κτίση είναι Προϊόν Αγαθότητας ή Αναγκαιότητας;
Η Αγαθότητα είναι
Αναγκαιότητα.
Η Αναγκαιότητα
είναι η πηγή Δημιουργίας του Κόσμου. Ο Θεός, θέλοντας να βγεί από την μοναξιά
του, το αδιάστατο κενό, γεννά και προβάλλει τις Υποστάσεις του γιά να ποιήσει
τον Κόσμο. Αυτή η αδήριτη Αναγκαιότητα οδηγεί στη Δημιουργία. Η Δημιουργία θα
μας μιλήσει γιά την αναγκαιότητα της Αγαθότητας. Έχουμε κατασκευάσει πυρηνικά,
χημικά, βιολογικά, σεισμικά κ.α. όπλα. Αυτά μπορούν να οδηγήσουν στον αφανισμό
του Ανθρωπίνου Γένους. Αλλά κι ό,τι τα κατασκευάσαμε, δεν σημαίνει ότι
προϋπήρχαν, παρά σαν Ιδέες. Άρα και τον Κόσμο τον δημιούργησε ο Θεός με λίγο
Κακό, λίαν καλό δηλαδή (π.χ. η Βαρύτητα μπορούσε να οδηγήσει σε πτώση και
θάνατο, από το λίγο Κακό που υπήρχε). Και εμείς φθάσαμε να κάνουμε πολέμους, να
δημιουργούμε μικρόβια κι όπλα, ν' αναπτύξουμε το Κακό. Η Αγαθότητα πηγάζει ως
Αναγκαιότητα γιά την επιβίωση του Ανθρωπίνου Γένους κ' ίσως να γίνει ο Άνθρωπος
μικρός Θεός. Ένας μικρός Θεός που θα περιορίσει το Κακό, όπως τότε στον λίαν
καλό Κόσμο της Δημιουργίας.
Το Πρόβλημα του
Κακού.
Το Πρόβλημα του
Κακού αναφέρεται στην Ερώτηση πώς συμβιβάζεται η ύπαρξη του Κακού μ' έναν
Πανάγαθο, Πάνσοφο και Παντοδύναμο Θεό. Το επιχείρημα από το Κακό προσπαθεί να
δείξει ότι η συνύπαρξη του Κακού μ' έναν τέτοιο Θεό είναι απίθανη ως αδύνατη.
Οι απόπειρες να δειχθεί πως είναι συμβατή η έννοια του Θεού με την ύπαρξη του
Κακού, ονομάζονται Θεοδικία.
Το Πρόβλημα του
Κακού συχνά παρουσιάζεται με δύο μορφές: το Λογικό Πρόβλημα και το Αποδεικτικό
Πρόβλημα του Κακού. Η λογική μορφή του Προβλήματος προσπαθεί να δείξει πως
λογικά η Συνύπαρξη του Θεού με το Κακό είναι αδύνατη, ενώ η αποδεικτική μορφή
του, προσπαθεί να δείξει ότι με δεδομένη την ύπαρξη του Κακού στον Κόσμο, είναι
απίθανο να υπάρχει ένας Παντοδύναμος, Πάνσοφος και Πανάγαθος Θεός. Το Πρόβλημα
του Κακού, έχει επεκταθεί ώστε να συμπεριλαμβάνει και μη ανθρώπινες μορφές
ζωής, όπως γιά παράδειγμα, την κακοποίηση ζώων.To Πρόβλημα του Κακού
εφαρμόζεται κυρίως στις Μονοθεϊστικές Θρησκείες, όπως ο Χριστιανισμός, το Ισλάμ
κι ο Ιουδαϊσμός, σύμφωνα με τις οποίες, υπάρχει ένας Θεός ο οποίος είναι
Παντοδύναμος, Πάνσοφος και Πανάγαθος, αλλά έχει εξεταστεί και γι' άλλες μη
Θεϊστικές ή Πολυθεϊστικές Θρησκείες, όπως οι Βουδισμός, Ινδουϊσμός και
Τζαϊνισμός και κάποιες Θεωρίες, όπως η Κοσμική Ηθική κι η Εξελικτική Ηθική.
Ωστόσο, το Πρόβλημα του Κακού συνήθως παρουσιάζεται με θεολογικό περιεχόμενο.Το
Πρόβλημα του Κακού, αναφέρεται στη δυσκολία να συμβιβαστεί η ύπαρξη ενός
Πανσόφου, Παντοδύναμου και Πανάγαθου Θεού, με την ύπαρξη Κακού και Δυστυχίας
στον Κόσμο. Το Πρόβλημα μπορεί να περιγραφεί θεωρητικά και πρακτικά. Το
Πρακτικό Πρόβλημα είναι στη δυσκολία να πιστέψει κάποιος σ' έναν Θεό ο οποίος
αγαπάει τον Κόσμο, όταν αντικρίσει στον Πραγματικό Κόσμο επιδημίες, πολέμους,
δολοφονίες, βιασμούς, τρομοκρατικές επιθέσεις, όπου αθώα παιδιά, Γυναίκες κι
Άνδρες ή αγαπημένα μας πρόσωπα γίνονται θύματα. Το Πρόβλημα του Κακού,
θεωρητικά, μπορεί να περιγραφεί και μελετηθεί από Μελετητές κι Ακαδημαϊκούς σε
δύο μορφές: το Λογικό Πρόβλημα, που αποδίδεται συνήθως στον Επίκουρο κι είναι
ως εξής: αν υπάρχει ένας Παντοδύναμος, Πάνσοφος και Πανάγαθος θεός, τότε δεν
πρέπει να υπάρχει Κακό.Υπάρχει Κακό στον Κόσμο, άρα ένας Παντοδύναμος, Πάνσοφος
και Πανάγαθος Θεός, δεν υπάρχει. Καθώς και το Αποδεικτικό Πρόβλημα.
Σύγχρονες μορφές
του Επιχειρήματος.Ο Θεός υπάρχει. Ο Θεός είναι Παντοδύναμος, Παντογνώστης, και
Πανάγαθος. Ένας Πανάγαθος Θεός θα ήθελε ν' αποτρέψει όλα τα Κακά. Ένας
Παντογνώστης Θεός γνωρίζει όλους τους τρόπους με τους οποίους το Κακό μπορεί να
δημιουργηθεί και γνωρίζει όλους τους τρόπους με τους οποίους το Κακό θα
μπορούσε ν' αποτραπεί. Ένας Παντοδύναμος Θεός έχει τη Δύναμη ν' αποτρέψει το
Κακό να υπάρξει. Ένας Θεός ο οποίος είναι Παντογνώστης και γνωρίζει κάθε τρόπο
με τον οποίο το Κακό μπορεί να υπάρξει κι ο οποίος είναι Πανάγαθος, επομένως
δεν επιθυμεί το Κακό να υπάρξει, θ' αποτρέψει την ύπαρξη αυτού του Κακού. Η
ύπαρξη του Κακού όμως δεν έχει αποτραπεί, καθώς το Κακό υπάρχει. Άρα δεν
υπάρχει ο Παντοδύναμος, Παντογνώστης και Πανάγαθος Θεός.Τα δυό αυτά
Επιχειρήματα αποτελούν τη λογική μορφή του Προβλήματος του Κακού. Επιχειρούν να
δείξουν πως οι προϋποθέσεις του Θεού, οδηγούν σε λογική αντίφαση κι άρα δεν
είναι σωστές.
Το αποδεικτικό
Πρόβλημα του Κακού.
Το παράδειγμα του
William L. Rowe γιά τον Φυσικό Κακό: σε μία μακρινή απόσταση σ' ένα δάσος, ένας
κεραυνός κτυπάει δέντρα με αποτέλεσμα να υπάρξει φωτιά. Στη φωτιά, ένα μικρό
ελαφάκι εγκλωβίζεται, υπόκειται σε φρικτά εγκαύματα και ξαπλωμένο περιμένει με
αγωνία τον θάνατο ο οποίος θα έρθει σε λίγες ημέρες. Ο Rowe σημειώνει και το
παράδειγμα του Ανθρωπογενούς Κακού, όπου ένα αθώο παιδί είναι θύμα της βίας κι
υποφέρει. Το αποδεικτικό Πρόβλημα του Κακού (επίσης αναφέρεται κι ως
πιθανολογικό ή κι επαγωγικό) προσπαθεί ν' αποδείξει πως η ύπαρξη του Θεού,
παρότι λογική, είναι απίθανη ή μειώνει τις πιθανότητες να υπάρχει ένας Θεός.
Μιά εκδοχή από τον William L. Rowe: υπάρχουν στιγμές πολύ έντονης Δυστυχίας,
όπου ένα Παντοδύναμο και Πάνσοφο Ον θα μπορούσε ν' αποτρέψει, χωρίς την απώλεια
ενός μεγαλύτερου Καλού ή την πρόκληση κάποιου άλλου χειρότερου Κακού. Ένα Σοφό
Ον, πλήρως Καλό, θα μπορούσε ν' αποτρέψει την εμφάνιση κάθε Κακού, εκτός αν δεν
μπορούσε να το κάνει, χάνοντας ένα μεγαλύτερο Καλό ή προκαλώντας μεγαλύτερο
Κακό, Άρα, δεν υπάρχει ένα Παντοδύναμο, Πάνσοφο και Πανάγαθο Ον. Άλλη εκδοχή
από τον Πολ Ντρέιπερ: αχρείαστο Κακό υπάρχει. H υπόθεση της Αδιαφορίας, δηλαδή
πως υπάρχουν Υπερβατικά Όντα τα οποία αδιαφορούν γιά το αχρείαστο Κακό στη Γη,
αποτελεί καλύτερη εξήγηση, παρά ο Θεϊσμός. Αρα, σύμφωνα με τις ενδείξεις, ένας
Θεός, έτσι όπως τον κατανοούν συχνά οι Θεϊστές, δεν υπάρχει.
Πρόβλημα του Κακού
κι η κακοποίηση των ζώων.
Το Πρόβλημα του
Κακού έχει επεκταθεί και πέραν της Ανθρώπινης Δυστυχίας, γιά να συμπεριλάβει
τον πόνο των ζώων από τη σκληρότητα, ασθένειες και το Κακό. Μιά εκδοχή αυτού
του Προβλήματος, υπολογίζει τα ζώα τα οποία υποφέρουν από φυσικές καταστροφές,
όπως τη βία και τον φόβο που αντιμετωπίζουν τα ζώα από άλλα αρπακτικά και
φυσικές καταστροφές, σε όλη την Ιστορία της Εξέλιξης. Αυτό ονομάζεται ως το
Δαρβινικό Πρόβλημα του Κακού, o οποίος το εξέφρασε ως ακολούθως: ο πόνος τόσων
εκατομμυρίων κατώτερων ζώων που μοιάζει ατελείωτη στον Χρόνο, είναι προφανώς
ασυμβίβαστη με την ύπαρξη ενός δημιουργού δεσμευμένου στο Καλό, Charles Darwin,
1856. Η δεύτερη εκδοχή του Προβλήματος του Κακού που βρίσκει εφαρμογή στα ζώα
και τον άσκοπο πόνο που βιώνουν, αφορά τον πόνο που προκαλείται στα ζώα από
τους Ανθρώπους, όταν τα κακοποιούν, τα πυροβολούν ή τα σφάζουν. Αυτή η εκδοχή
έχει χρησιμοποιηθεί από Μελετητές όπως τον John Hick γιά ν' ανταπαντήσει σε
όσους ισχυρίζονται πως η Δυστυχία είναι Μέσο γιά να βελτιωθούν οι Ηθικές Αξίες
ή η Δυστυχία ορισμένων προκαλεί μεγαλύτερο Καλό αργότερα, καθώς τα ζώα είναι
αθώα, αβοήθητα, χωρίς Ηθική, αλλά θύματα, τα οποία έχουν αισθήσεις.Σύμφωνα με
τον Ακαδημαϊκό Michael Almeida, αυτή η εκδοχή ίσως είναι η πιό σοβαρή και
δύσκολη εκδοχή του Προβλήματος του Κακού.
Απαντήσεις, άμυνες
και Θεοδικίες.
Οι απαντήσεις στο
Πρόβλημα του Κακού, έχουν παραδοσιακά ταξινομηθεί ως άμυνες ή Θεοδικίες, αν και
δεν συμφωνούν οι Συγγραφείς στους Ορισμούς τους. Γενικά, άμυνα κατά του
Προβλήματος του Κακού, αναφέρεται η προσπάθεια να εξουδετερωθεί το Πρόβλημα του
Κακού, δείχνοντας πως δεν υπάρχει λογική ασυνέπεια ανάμεσα στην ύπαρξη του Θεού
και της ύπαρξης του Κακού. Η Θεοδικία, ένας Όρος που επινόησε ο Λάιμπνιτς (από
τις λέξεις Θεός και Δίκη) αναφέρεται στην προσπάθεια να δικαιολογηθεί ο Θεός,
δείχνοντας ότι η ύπαρξη του Θεού είναι συμβατή με την ύπαρξη του Κακού. O
Richard Swinburne ισχυρίζεται πως δεν έχει νόημα να υποθέτουμε ευρύτερο Καλό αν
δεν ξέρουμε ποιό ακριβώς είναι αυτό το ευρύτερο Καλό, αλλοιώς δεν υπάρχει
επιτυχημένη Θεοδικία.Ορισμένοι Συγγραφείς βλέπουν τα Επιχειρήματα, όπως η
επίκληση στους Δαίμονες ή τον πτώση του Ανθρώπου, ως λογικές, αλλά όχι πολύ
πιθανές, άρα θεωρούν αυτά τα Επιχειρήματα ως καλές άμυνες αλλά όχι ως καλές
Θεοδικίες.
Σκεπτικός Θεϊσμός.
Ο Σκεπτικός
Θεϊσμός αμύνεται στο Πρόβλημα του Κακού, ισχυριζόμενος πως ο Θεός επιτρέπει στο
Κακό να συμβεί, ώστε ν' αποτρέψει ένα μεγαλύτερο Κακό ή να προκαλέσει απάντηση
η οποία θα οδηγήσει σ' ένα μεγαλύτερο Καλό. Έτσι, ο βιασμός ή η δολοφονία ενός
αθώου μωρού, θεωρείται ότι ο Θεός έχει έναν μεγαλύτερο Σκοπό, τον οποίο ο
Άνθρωπος δεν μπορεί να κατανοήσει, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε ένα μικρότερο
Κακό ή ένα μεγαλύτερο Καλό. Αυτό ονομάζεται Σκεπτικιστικός Θεϊσμός, διότι το
Επιχείρημα έχει στόχο να ενθαρρύνει τη Σκέψη γιά τον Θεϊσμό είτε προσπαθώντας
να εξηγήσει τις κρυμμένες Επιθυμίες του Θεού είτε προσπαθώντας να την εξηγήσει,
βασιζόμενη στην αδυναμία του Ανθρώπινου Νου να κατανοήσει. Η άμυνα του
μεγαλύτερου Καλού, συνήθως χρησιμοποιείται ως απάντηση περισσότερο γιά το
Αποδεικτικό Πρόβλημα, ενώ η απάντηση Ελεύθερης Βούλησης γιά το Λογικό Πρόβλημα.
Οι περισσότεροι Ακαδημαϊκοί, ασκούν κριτική στον Σκεπτικό Θεϊσμό, επειδή
υποτιμά την πόνο και δεν απαντά γιατί ο Πανάγαθος Θεός δεν αποτρέπει τον πόνο
να εμφανιστεί, αλλά προτιμά τον ρόλο κάποιου που προσπαθεί να κρατήσει
ισορροπίες.
Η απάντηση του
μεγαλύτερου Καλού.
Μερικές λύσεις οι
οποίες έχουν προταθεί είναι ότι η Παντοδυναμία δεν απαιτεί την ικανότητα να
πραγματοποιήσει κάτι λογικά ακατόρθωτο. Οι Θεωρίες του μεγαλύτερου Καλού,
χρησιμοποιούν αυτή την άποψη, επιχειρηματολογώντας γιά ύπαρξη του Καλού μεγάλης
αξίας, την οποία ο Θεός δεν μπορεί να πραγματοποιήσει χωρίς ν' αφήσει να
υπάρχει Κακό, άρα υπάρχουν Κακά τα οποία δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι μπορεί
ν' αποτρέψει, παρά το ότι είναι Παντοδύναμος. Θεολόγοι επιχειρηματολογούν, πως
αφού δεν μπορεί κάποιος να κατανοήσει πλήρως το συνολικό Σχέδιο του Θεού,
κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί πως τα κακά γεγονότα δεν στοχεύουν σ' έναν
Ανώτερο Σκοπό. Έτσι, το Κακό έχει ρόλο να παίξει στα χέρια του Θεού, γιά να
κτίσει έναν καλύτερο Κόσμο.
Ελεύθερη Βούληση.
Μιά άλλη απάντηση
στο Πρόβλημα του Κακού, είναι πως αποτελεί συνέπεια της Ελεύθερης Βούλησης, η
οποία είναι ιδιότητα η οποία έχει αποδοθεί στους Ανθρώπους από τον Θεό.
Η Ελεύθερη Βούληση
είναι η πηγή του Καλού και του Κακού και με την Ελεύθερη Βούληση έρχεται η
δυνατότητα γιά κακοποίηση, όταν οι Άνθρωποι δρουν Ανήθικα. Άνθρωποι μ' Ελεύθερη
Βούληση αποφασίζουν να προκαλέσουν πόνο και να δράσουν επί των άλλων με κακούς
τρόπους κι είναι οι συγκεκριμένοι που λαμβάνουν αυτές τις Αποφάσεις, όχι ο
Θεός. Επιπλέον, το Επιχείρημα της Ελεύθερης Βούλησης εισηγείται πως θα ήταν
λογικά ασυνεπές γιά τον Θεό να εμποδίζει το Καλό, εξαναγκάζοντας τους Ανθρώπους
και μειώνοντας την Ελεύθερη Βούληση, επειδή δεν θα είναι πιά Ελεύθεροι. Αυτή η
ερμηνεία δεν απαντά πλήρως στο Πρόβλημα του Κακού, επειδή μερική Δυστυχία και
Κακό δεν είναι αποτέλεσμα Συνειδητών Επιλογών, αλλά είναι αποτέλεσμα είτε της
άγνοιας είτε Φυσικών Αιτιών (π.χ. ένα παιδί να υποφέρει από ασθένειες).O Alvin
Plantinga υποστηρίζει μιά εκτεταμένη εκδοχή γιά την άμυνα της Ελεύθερης
Βούλησης. Αρχικά, εκτιμά πως το Ηθικό Κακό είναι αποτέλεσμα της Ελεύθερης
Βούλησης του Ανθρώπου. Στο δεύτερο μέρος της άμυνας του προτείνει τη λογική
πιθανότητα πως ένα πανίσχυρο μη Ανθρώπινο Πνεύμα (όχι Θεϊκό Υπερφυσικό Ον και
πεσμένοι Άγγελοι), του οποίου η Ελεύθερη Θέληση είναι υπεύθυνη γιά τα Φυσικά
Κακά, συμπεριλαμβανομένων των σεισμών, κατακλυσμών, ασθενειών. Οι περισσότεροι
Μελετητές εκτιμούν πως το Επιχείρημα του Plantinga λύνει το Λογικό Πρόβλημα του
Κακού, δείχνοντας πως ο Θεός και το Κακό είναι Συμβατά. Άλλοι Μελετητές
διαφωνούν κάθετα. Αυτοί που διαφωνούν, ισχυρίζονται ότι ενώ εξηγεί τις
ασθένειες και τις φυσικές καταστροφές, όπως τα θέτει η λογική εκδοχή του
Προβλήματος του Κακού, είναι εξαιρετικά απίθανο ότι αυτά τα κακά (σεισμοί,
πυρκαγιές κτλ.) δεν έχουν Φυσικές Αιτίες, τις οποίες ένας Πανάγαθος θα μπορούσε
να προλάβει. Σύμφωνα με τον Michael Tooley, αυτή η άμυνα είναι εξαιρετικά
απίθανη, επειδή το να υποφέρει κάποιος από φυσικές καταστροφές, εμφανίζεται
τοπικά ενώ υπάρχουν Ορθολογιστικές Εξηγήσεις γιά την εμφάνιση τους κι είναι
ακατανόητο γιατί ένα Υπερφυσικό Ον θα προτιμούσε να προκαλέσει τοπικό Κακό, σε
αθώα παιδιά, γιά παράδειγμα και γιατί ο Θεός δεν σταματά τον πόνο τους, ενώ
είναι Παντοδύναμος. Κριτικοί της απάντησης της Ελεύθερης Βούλησης, αμφισβητούν
κατά πόσο αυτή η εκδοχή μπορεί να εξηγήσει όλο το Κακό που υπάρχει στη Γη. Ένα
σημείο σε αυτή την εκδοχή είναι ότι η αξία της Ελεύθερης Βούλησης είναι ικανή
να δικαιολογήσει ορισμένα μικρά Κακά, είναι λιγότερο ξεκάθαρο ότι είναι τόσο
σημαντική γιά να δικαιολογήσει μεγαλύτερα Κακά, όπως ο βιασμός κι ο φόνος.
Ειδικά αυτά τα φρικτά Εγκλήματα, αποτελούν το σημείο της Σύγχρονης Φιλοσοφικής
Έρευνας. Ένα άλλο σημείο είναι ότι οι Δράσεις των Ελεύθερων Ατόμων, τα οποία
προάγουν το Κακό, συνήθως καταστρέφουν την Ελευθερία αυτού που υφίσταται το
Κακό, γιά παράδειγμα, η δολοφονία ενός μικρού παιδιού, εμποδίζει το παιδί από
το να χρησιμοποιήσει τη δική του Ελεύθερη Βούληση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η
Ελευθερία του παιδιού υποβαθμίζεται σε σχέση με την Ελευθερία του Εγκληματία
και δεν είναι ξεκάθαρο γιατί ο Θεός δεν κάνει κάτι γι' αυτό, αλλά παραμένει
αδρανής.Μιά άλλη γραμμή κριτικής γιά τη Θεωρία της Ελεύθερης Βούλησης αποτελεί
η Θεωρία ότι το Κακό θα μπορούσε να μειωθεί με μέσα τα οποία δεν επηρεάζουν την
Ελεύθερη Βούληση. Ο Θεός θα μπορούσε να το κατορθώσει κάνοντας τις Ηθικές
Πράξεις ιδιαιτέρως απολαυστικές ή τις Κακές Πράξεις αδύνατες, επιτρέποντας
ταυτόχρονα να υπάρχει Ελεύθερη Βούληση.Υποστηρικτές της Θεωρίας της Ελεύθερης
Βούλησης, ισχυρίζονται πως αυτό θα σταματούσε πλέον να συνιστά Ελεύθερη
Βούληση. Κριτικοί ισχυρίζονται πως αυτή η άποψη υπονοεί πως θα ήταν εξίσου κακό
να προσπαθήσει κάποιος να μειώσει το Κακό στον Κόσμο, κάτι που ελάχιστοι
υποστηρίζουν. Μία τρίτη πρόκληση γιά την άμυνα της Ελεύθερης Βούλησης είναι το
Φυσικό Κακό. Εξ ορισμού, το Φυσικό Κακό δεν προκύπτει από Ανθρώπινες Πράξεις,
αλλά από Φυσικές Διαδικασίες που καταλήγουν σε καταστροφές, όπως εκρήξεις
ηφαιστείων και σεισμοί.Υπερασπιστές της Θεωρίας της Ελεύθερης Βούλησης απαντούν
με διάφορους τρόπους. Ο Alvin Plantinga, ακολουθώντας τη γραμμή του Αυγουστίνου
του Ιππώνος κι άλλοι, έχουν επιχειρηματολογήσει πως το Φυσικό Κακό προκύπτει
από Υπερφυσικά Όντα, όπως οι Δαίμονες ή το φυσικό κακό είναι αποτελεσμα των
φυσικών νόμων, το Φυσικό Κακό μας δίνει Γνώση γιά το Κακό, ώστε να κάνουμε τις
Ελεύθερες Επιλογές μας πιό σημαντικές από ό,τι θα ήταν αλλιώς ή το Φυσικό Κακό
είναι Μηχανισμός Θεϊκής Τιμωρίας γιά Ηθικά Κακά στα οποία υπέπεσαν οι Άνθρωποι,
άρα το Φυσικό Κακό δικαιολογείται.Υπάρχει επίσης συζήτηση σχετικά με τη
συμβατότητα της Ηθικής της Ελεύθερης Επιλογής και την απουσίας του Κακού στον
Παράδεισο με την Πανσοφία και Παναγαθότητα του Θεού.
Ελεύθερη Βούληση
και κακοποίηση των ζώων.
Μιά από τις
μεγαλύτερες αδυναμίες της άμυνας της Ελεύθερης Βούλησης είναι η αντιφατικότητα
της ή μη εφαρμογή της στα Κακά τα οποία αντιμετωπίζουν τα ζώα. Μερικοί
Μελετητές δηλώνουν πως η Ελεύθερη Βούληση ή η Υπόθεση του μεγαλύτερου Καλού,
δεν βρίσκει εφαρμογή στα ζώα. Απαντώντας, ορισμένοι Μελετητές εισηγήθηκαν πως η
έννοια της Ελεύθερης Βούλησης, ισχύει και στα ζώα, τα οποία κι εκείνα
επωφελούνται από την Ελευθερία τους, αν κι έρχεται με Κόστος: τους κινδύνους
που συνεχώς αντιμετωπίζουν.Η άμυνα των ελεύθερων ζώων έχει δεχτεί κριτική, σε
περιπτώσεις ζώων σε κλουβιά, σε φάρμες ή κατοικίδια τα οποία δεν είναι Ελεύθερα
κι έχουν ιστορικά ζήσει το Κακό και τον Πόνο από τους Ιδιοκτήτες τους.
Επιπλέον, ακόμη και τ' άγρια ζώα αντιμετωπίζουν φρικτά Κακά, όπως τα εγκαύματα
και τον αργό θάνατο μετά από πυρκαγιές κι άλλες καταστροφές ή από τραύματα που
προκάλεσαν άλλα ζώα Θηρευτές και είναι ασαφές γιατί ο Θεός δημιούργησε αυτά τα
ελεύθερα ζώα, τα οποία να κλίνουν σε τέτοιο έντονο πόνο. Μιά άλλη γραμμή
κριτικής είναι ότι αν ο Θεός είναι Πανάγαθος, Παντοδύναμος και Πάνσοφος. Θα
μπορούσε να φτιάξει έναν Κόσμο μ' Ελεύθερα Όντα, χωρίς να είναι Ηθικά Κακά,
όπου όλα θα επιλέγουν το Καλό και θα είναι γεμάτα Αγάπη, Καλοσύνη και
Κατανόηση, χωρίς Βια και γεμάτα χαρά, όπου η Γη θα ήταν όπως ο Παράδεισος. Αν ο
Θεός όντως δημιούργησε Παράδεισο με την Αγάπη του, θα μπορούσε να δημιουργήσει
και μία Γη χωρίς Κακό και Πόνο γιά τους Ανθρώπους και τα ζώα. Οι Πατέρες της
Εκκλησίας μιλούν γιά το Κακό με τρεις έννοιες, με Οντολογική έννοια, με την
έννοια της Αμαρτίας και γιά το Φυσικό Κακό.Το Κακό δεν έχει Οντολογική Ύπαρξη.
Είναι στέρηση του Αγαθού και παρεκτροπή από την κατά Φύση κατάσταση στην παρά
Φύση. Τίποτε από όσα υπάρχουν δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως Κακό, διότι όλα
είναι Κτίσματα του Τριαδικού Θεού. Ο Θεός εδημιούργησε τα πάντα χωρίς Αυτόν
τίποτε δεν έγινε από όσα έχουν γίνει (Ιω. α' 3), ότι εν αυτώ εκτίσθη τα πάντα,
τα εν τοις ουρανοίς και τα επί της γης, τα ορατά και τα αόρατα, τα πάντα δι’
αυτού και εις αυτόν έκτισται και αυτός εστί προ πάντων, και τα πάντα εν αυτώ
συνέστηκε· όλα συγκρατούνται δι' αυτού (Κολ. α' 16-17). Όλα τα Δημιουργήματα
του Θεού είναι καλά και τίποτε από αυτά δεν είναι από τη Φύση του Κακό και
είδεν ο Θεός τα πάντα, όσα εποίησε, και ιδού καλά λίαν (Γεν. α' 31).Αν η
Δημιουργία του Θεού παρέμενε κατά Φύση, όπως βγήκε από τα χέρια του Δημιουργού,
δεν θα υπήρχε το Πρόβλημα του Κακού. Υπήρξε, επειδή ο Άνθρωπος με τη Θέλησή του
απομακρύνθηκε από το κατά Φύση και προτίμησε την παρά Φύση κατάσταση. Εδώ
πρέπει ν' αναζητήσουμε το Κακό, όχι σε Οντολογική Ύπαρξη.Η Κακία λοιπόν είναι
απομάκρυνση από το Αγαθό, από το κατά Φύση, όπως το σκοτάδι είναι απομάκρυνση
από το φως. Εφ' όσον παραμένουμε στη φυσική μας κατάσταση, είμεθα στην αρετή,
αν όμως παρεκκλίνουμε από τη φυσική μας κατάσταση, δηλαδή από την αρετή,
πηγαίνουμε στην παρά φύσιν, λέγει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνεχίζοντας τη
διδαχή των προηγουμένων από αυτόν Πατέρων. Η κακία δεν είναι κάτι που υπάρχει.
Το κακό είναι στέρηση του αγαθού. Ο οφθαλμός κατεσκευάσθη. Η τύφλωση όμως
προέρχεται με την απώλεια των ματιών. Ώστε εάν ο οφθαλμός δεν ήταν από φθαρτή
φύση, η τύφλωση δεν θα είχε θέση. Έτσι και το κακό δεν έχει ιδία ύπαρξη, αλλ' έρχεται
κατόπιν στις αναπηρίες της ψυχής (Μ. Βασίλειος).Το Κακό δεν είναι γνώρισμα
κάποιας Ύπαρξης, αλλά ένα Συμβάν, Θεληματική Παρεκτροπή από το κατά Φύση στο
παρά Φύση, αυτό το συμβάν ονομάζουμε Αμαρτία.Ο Άνθρωπος βρισκόταν σε Κοινωνία
με τον Θεό, σε ενότητα Αγάπης με το Δημιουργό του. Από αυτήν εξέπεσε κι
οδηγήθηκε σε ποικιλόμορφες ασθένειες. Έδειξε αποστροφή από το καλύτερο και πήρε
κατεύθυνση αντίθετη, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί μακριά από τον Σκοπό του: να
χάσει το νόημα της ζωής του. Έτσι ο Απόστολος μιλάει γιά την επάνοδο σ' αυτό
τον Σκοπό, όταν λέγει: κατά σκοπόν διώκω επί το βραβείον της άνω κλήσεως του
Θεού εν Χριστώ Ιησού (Φιλ. γ' 14).Το Κακό λοιπόν, ως Αμαρτία, έχει την ύπαρξή
του στην Προαίρεση του Ανθρώπου κι όχι στη Φύση του. Η αιώνια ουσία μεταδίδει
την αγαθότητα και με το λόγο, και με τις πράξεις, και παρατηρούμενη, ενώ η
σωματική μεταδίδει μόνο παρατηρούμενη. Η αιώνια η μη ύπαρξη της λογικής και
νοεράς ουσίας εξαρτάται από τη θέληση του Θεού, που δημιούργησε τα πάντα καλά
Το να είναι όμως αυτά καλά ή κακά, αυτό εξαρτάται από τη θέληση των
Δημιουργημάτων. Το Κακό δεν υπάρχει στην Ουσία των δημιουργημάτων, αλλά στην
εσφαλμένη και ασυλλόγιστη ενέργεια αυτών (Μάξιμος ο Ομολογητής).
Η Ψυχή
εδημιουργήθη γιά να βλέπει τον Θεό και να φωτίζεται από αυτόν, λέγει ο Μ.
Αθανάσιος, αλλά αυτή, αντί γιά τον Θεό, επεζήτησε τα φθαρτά και το σκότος: ο
Θεός έκανε τον άνθρωπο ευθύ και αυτοί εζήτησαν λογισμούς πολλούς αναφέρει ο
Εκκλησιαστής (ζ' 29). Αυτοί οι πονηροί Λογισμοί προέρχονται από την καρδιά του
ανθρώπου (Ματθ. ιε' 19), όταν ο Άνθρωπος από αμέλεια εγκαταλείψει ακαλλιέργητα
τα φυσικά σπέρματα των αγαθών, όπως αναφέρει ο Μ. Βασίλειος. Διότι ο άφρων
είναι ωσάν τον αγρό, λέγει η Γραφή και ώσπερ αμπελών άνθρωπος ενδεής φρενών εάν
αφής αυτόν, χερσωθήσεται, θα χερσωθεί, θα γεμίσει χορτάρια και θα εγκαταλειφθεί
(Παροιμ. κδ' 30-31).Στην Ψυχή που έχει χερσωθεί, είναι φυσικό να φυτρώνουν
αγκάθια και ζιζάνια και να συμβαίνει εκείνο που έχει λεχθεί: και έμεινα του
ποιήσαι σταφυλήν, εποίησε δε ακάνθας (Ησ. ε' 2), περίμενα να κάνει σταφύλια και
έκανε αγκάθια. Εγώ δε εφύτευσά σε άμπελον καρποφόρον πάσαν αληθινήν πώς
εστράφης εις πικρίαν, άμπελος η αλλοτρία; (Ιερεμ. β' 21), εγώ σε εφύτευσα κατά
πάντα αληθινή άμπελο καρποφόρο, πώς μεταβλήθηκες σε πικρά άμπελο κι έγινες ξένη
προς εμέ; Κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή, τρία είναι εκείνα που μας παρακινούν
να κάνυμε τα κακά τα πάθη, οι δαίμονες και η κακή προαίρεση. Τα Πάθη μας
παρακινούν, όπως όταν επιθυμούμε κάποιο παράλογο πράγμα κι όταν οργιζόμαστε ή
λυπούμαστε αδικαιολόγητα. Οι Δαίμονες πάλι μας παρακινούν, όπως όταν
εκμεταλλεύονται την αδιαφορία που δείχνουμε εμείς, μας επιτίθενται ξαφνικά με
μεγάλη σφοδρότητα, διεγείροντας τα Πάθη. Τέλος, η Κακή Προαίρεση μας παρακινεί
όπως όταν ενώ γνωρίζουμε το Καλό, προτιμούμε τα Κακά. Τούτο γίνεται διότι η
Φύση του Ανθρώπου είναι τρεπτή κι όχι άτρεπτος. Βλέπεις πώς μεταβάλλεται η ίδια
η Φύση; Μπορεί να ρέπει προς το κακό, και αμέσως πάλι μπορεί να στραφεί προς το
καλό, και στις δύο περιπτώσεις έχει την ικανότητα να συμφωνήσει με εκείνες τις
πράξεις που θέλει. Μπορεί να δεχθεί λοιπόν η ανθρώπινη φύση το καλό ή το κακό,
δηλαδή τη θεία χάρη ή την αντίπαλη δύναμη του σατανά, αυτό όμως δεν γίνεται
αναγκαστικά, αλλά με τη δική της θέληση (Μακάριος ο Αιγύπτιος).Αν δεν ζητήσουμε
το Κακό στην Προαίρεση του Ανθρώπου πρέπει να το θεωρήσουμε αναπόφευκτο
γεγονός. Τότε είναι περιττοί οι Νόμοι κι οι Δικαστές και κάθε προσπάθεια γιά
βελτίωση των συνθηκών της ζωής ή και γι' αποφυγή των δυσάρεστων. Θα κερδίσει
μεν ο γεωργός, χωρίς να σπείρει και χωρίς να ακονήσει δρέπανον, θα
υπερπλουτήσει δε ο έμπορος, είτε το θέλει είτε όχι, αφού η ειμαρμένη θα του
συγκεντρώνει τα χρήματα. Αι δε μεγάλαι ελπίδες των Χριστιανών θα μας γίνουν
άφαντοι, διότι ούτε η δικαιοσύνη θα βραβεύεται, αφού οι άνθρωποι δεν κάνουν
τίποτε κατά την προαίρεσίν των (Μ. Βασίλειος).Κανένας δεν είναι εκ Φύσεως Καλός
ή εκ Φύσεως Κακός. Διοότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε κανένας Καλός δεν θα
μπορούσε να γίνει Κακός και κανένας Κακός να μεταβληθεί σε Καλό. Όμως βλέπουμε
στη ζωή των Ανθρώπων να συμβαίνουν τέτοιες Μεταβολές: να μεταπίπτουν από το
Κακό στο καλό ή και το αντίθετο. Τελώνες να γίνονται Απόστολοι και Μαθητές του
Χριστού να μεταβάλλονται σε Προδότες. Πόρνες να μεταστρέφονται και να γίνονται
Αγίες και Ληστές Ευσεβείς. Αυτό σημαίνει πως κανείς δεν είναι Καλός ή Κακός από
τη Φύση του.
Αλλά, ο Θεός
γνωρίζει εκ των προτέρων τα πάντα. Αυτό δεν σημαίνει πως κάθε τι στη ζωή του
Ανθρώπου είναι αναπόφευκτο και δεν μπορεί να έχει διαφορετική τροπή; Ο Θεός
είναι βέβαια Παντογνώστης, γνωρίζει εκ των προτέρων κι αυτά που πρόκειται να
συμβούν. Αλλά τα γνωρίζει επειδή γι' αυτόν τα πάντα είναι παρόντα, δεν υπάρχει
στον Θεό παρελθόν και μέλλον. Υπάρχει μόνο το αιώνιο παρόν. Η Γνώση αναφέρεται
πάντοτε σ' αυτά που υπάρχουν κι η Πρόγνωση αναφέρεται σ' αυτά που οπωσδήποτε θα
συμβούν, λέγει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, δεν συμβαίνουν επειδή τα προγνωρίζει ο
Θεός, αλλά τα γνωρίζει επειδή ενώπιον Του έχουν ήδη συμβεί. Μήπως θα ήταν
καλύτερο αν ο Θεός δεν επέτρεπε να έλθουν στην ύπαρξη όσοι, σύμφωνα με τη δική
Του πρόγνωση, θα γίνονταν κακοί; Αν τα Κτίσματα, που εδημιουργήθησαν εξαιτίας
της Αγαθότητος του Θεού, επρόκειτο να γίνουν Κακά εξαιτίας της δικής τους Κακής
Προαιρέσεως κι αυτό το γεγονός τα εμπόδιζε να έλθουν σε ύπαρξη, τότε το Κακόν
θα ενικούσε την Αγαθότητα του Θεού, καταλήγει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ο Θεός
λοιπόν δεν ευθύνεται γιά την Αμαρτία του Ανθρώπου.
Αλλά, πολλές
φορές, ακόμη κι οι Κακοί, υπηρετούν τα Σχέδια του Θεού. Γιατί τότε να
επιρρίπτουμε σ' αυτούς Ευθύνες; Θα ήταν βλάσφημο να πούμε πως, λόγου χάρη, ο
Ιούδας δεν ευθύνεται γιά την πράξη του κι ότι υπηρέτησε τα Σχέδια του Θεού, που
διαφορετικά θα εματαιώνοντο, μη γένοιτο, λέγει ο Χρυσόστομος και καταλήγει,
διότι ο ίδιος ο Πάνσοφος Θεός εγνώριζε πως θα ενεργούσε την Σωτηρίαν μας και αν
ακόμη δεν συνέβαινε αυτό. Άλλωστε, δι' αυτό, διά να μη νομίση κανείς ότι ο
Ιούδας έγινεν Υπηρέτης της Θείας Οικονομίας, τον οικτίρει. Ο μεν υιός του
ανθρώπου υπάγει καθώς γέγραπται περί αυτού, λέγει και καταλήγει: ουαί δε τω
ανθρώπω εκείνω δι' ου ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται καλόν ην αυτώ ει ουκ
εγεννήθη ο άνθρωπος εκείνος (Ματθ. κστ'24). Είχε λοιπόν Ευθύνη ο Προδότης του
Κυρίου.
Ο Χρυσόστομος
θέτει εδώ το Πρόβλημα: εάν ήτο καλόν να μη γεννηθή αυτός, διατί τον άφησε να
έλθη εις τον κόσμον και αυτόν και όλους τους πονηρούς; Σ' αυτό δίνει την
αποστομωτική απάντηση: πρέπει να κατηγορήσης τους πονηρούς, οι οποίοι ενώ ήσαν
ελεύθεροι να μη γίνουν τέτοιοι, έγιναν πονηροί. Συ όμως άφησες αυτό και
λεπτολογείς και περιεργάζεσαι τα έργα του Θεού, αν και γνωρίζεις, ότι δεν
γίνεται αναγκαστικά κανείς πονηρός. Ουδείς λοιπόν δεν είναι αναγκαστικά Κακός·
δεν είναι η Φύση η Αιτία της Αμαρτίας, αλλά η Προαίρεση. Όμως τι θα πούμε γιά
το Φυσικό Κακό, γιά το επίπονον και οδυνηρόν εις τας αισθήσεις, κατά την διατύπωση
του Μεγάλου Βασιλείου; Εδώ γίνεται λόγος γιά τη σωματική ασθένεια, για τη
στέρηση των αναγκαίων στη ζωή, γιά την Αισχύνη, τη χρηματική Ζημία, την απώλεια
των Συγγενών, γιά συμφορές που ταλαιπωρούν όλους τους Ανθρώπους μίας Περιοχής,
όπως πείνες, ξηρασίας, βροχές, σεισμοί κ. ο. κ.Όλα αυτά αναφέρονται στην Αγία
Γραφή ως Κακά, τα όποια επιτρέπει ο Θεός ως Παιδαγωγικά Μέσα ή γι' άλλον Σκοπό.
Εγώ ο κατασκευάσας φως και ποιήσας σκότος, λέγει ο Θεός στον Προφήτη, ο ποιών
ειρήνην και κτίζων κακά (Ησ. με' 7), ότι κατέβη κακά παρά Κυρίου επί πύλας
Ιερουσαλήμ (Mix. α' 12), ει έστι κακία εν πόλει ην Κύριος ουκ εποίησε; (Αμώς γ'
6). Ίδετε ίδετε ότι εγώ ειμί και ουκ εστί Θεός πλήν εμού, εγώ αποκτενώ και ζην
ποιώ, πατάξω καγώ ιάσομαι, και ουκ εστίν ος εξελείται εκ των χειρών μου
(Δευτερ. λβ' 39). Δεν ονομάζει εδώ Κακία την Πονηρία και την Αμαρτία, αλλά την
ταλαιπωρία, τον πόνο και τις συμφορές, αυτό εννοούσε κι ο Κύριος όταν έλεγε
αρκετόν τη ημέρα η κακία αυτής (Ματθ. στ' 34). Η Αμαρτία δεν είναι έργο του
Θεού, αλλά εύρημα της Θελήσεως του Ανθρώπου. Αυτή δε η Κακία, οι οδυνηρές
καταστάσεις στη σωματική ζωή του Ανθρώπου, η κάκωση, γίνεται προς αναίρεση της
Αμαρτίας κι ονομάζεται Κακία, όχι από τον χαρακτήρα της, αλλά από τη γνώμην των
Ανθρώπων διότι συνηθίζομε να ονομάζωμε κακίαν όχι μόνον τας κλοπάς και τας
μοιχείας, αλλά και τας συμφοράς (Χρυσόστομος).Στην πραγματικότητα αυτές οι
Κακώσεις είναι Αγαθά, επειδή δεν αποβλέπουν στην Τιμωρία μας, αλλά στον
Σωφρονισμό μας και στην επιστροφή μας μέσω της κακοπαθε-ας πίσω, στην κατάσταση
της υγείας. Και εκάκωσέ σε και ελιμαγχόνησέ σε και εψώμισέ σε (Δευτερ. η' 3),
σε εταλαιπώρησα και σε άφησα να πεινάσεις για να σε ευεργετήσω, διά να
σταματήσω την κακίαν προτού εξαπλωθεί υπερβολικά, όπως το ρεύμα του ποταμού,
που συγκρατείται με κάποιον ισχυρόν φράκτην και αντιτείχισμα (Μ. Βασίλειος). Ο
ίδιος Πατέρας, σχολιάζοντας το Ησ. με 7 λέγει πως ο Θεός κτίζει κακά με την
έννοια, όχι ότι τα δημιουργεί από το μηδέν, αλλά τα μεταποιεί, μέσω αυτών των
κακώσεων οδηγεί σε καλλιτέρευση. Η ίδια έννοια αποδίδεται και στο πατάξω καγώ
ιάσομαι, εγώ πληγώνω κι εγώ θεραπεύω (Δευτερ. λβ' 39), όσον ο εξωτερικός
άνθρωπος φθείρεται, τόσο ο εσωτερικός ανακαινουργιώνεται (Β' Πέτρ. δ' 16).
Λοιπόν, σχολιάζει ο Μ. Βασίλειος, δεν αποκτείνει άλλον και άλλον ζωοποιεί, αλλά
τον ίδιο, με αυτά που τον σκοτώνει τον ζωοποιεί και με αυτά που τον πληγώνει,
τον θεραπεύει. Συ μεν γαρ πατάξεις αυτόν ράβδω, την δε ψυχήν αυτού εκ θανάτου
ρύση (Παροιμ. κγ' 14): πληγώνεται η σάρκα για να θεραπευθεί η ψυχή. Η ράβδος
σου και η βακτηρία σου, αυταί με παρεκάλεσαν (Ψαλμ. κβ/κγ' 4).Το Κακό λοιπόν
είναι μόνο ένα, η Αμαρτία. Δεν έχει οντολογική ύπαρξη ούτε είναι γνώρισμα
κάποιας Υπάρξεως. Είναι ένα συμβάν, μία Πράξη Αποκλίσεως από το Αγαθό, η
στέρηση του Αγαθού, που έχει την Αιτία στην Προαίρεση του Ανθρώπου, όχι στη
Φύση του. Το κατά Φύσιν προηγείται από το παρά Φύσιν κι αυτή η απόκλιση από το
κατά Φύσιν δεν είναι αναπόφευκτο γεγονός: και μόνο η ύπαρξη Καλών και Κακών το
αποδεικνύει αυτό. Τα Κακά, γιά τα οποία στην αγία Γραφή, φέρεται Δημιουργός ο
Θεός, είναι τα Φυσικά Κακά, οι Κακώσεις κατά την αντίληψη των Ανθρώπων, επειδή
παρουσιάζονται ως οδυνηρές καταστάσεις. Μέσω αυτής της Κακοπαθείας σωφρονίζεται
ο Άνθρωπος κι οδηγείται στην επιστροφή. Έτσι ο Θεός μεταποιεί αυτές τις
Κακώσεις σε Δωρεές κι οδηγεί σε καλλιτέρευση.